Στην Ελλάδα είναι εγκεκριμένα από τον ΕΟΦ δύο είδη φαρμάκων για τη ΔΕΠΥ: η μεθυλοφαινιδάτη και η ατομοξετίνη Τα φάρμακα αυτά βοηθούν στη βελτίωση των συμπτωμάτων και δρουν συνεργικά με τη ψυχοθεραπεία. Βελτιώνουν τα πυρηνικά συμπτώματα της ΔΕΠΥ και βοηθούν σε άλλα δευτερογενή προβλήματα, όπως είναι η παρορμητικότητα, οι εκρήξεις θυμού, οι συναισθηματικές διακυμάνσεις. Οι επιδράσεις της στοχευμένης θεραπείας επεκτείνονται και στην έμμεση βελτίωση της αυτοεκτίμησης και των σχολικών επιδόσεων οδηγώντας έτσι στη βελτίωση των σχέσεων στο σχολείο και στο σπίτι.
Η μεθυλφαινιδάτη, γνωστή ως ένας διεγέρτης του κεντρικού νευρικού συστήματος, κυκλοφορεί σε μια σειρά από διαφορετικά εμπορικά σήματα και είναι η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη φαρμακευτική αγωγή για τη ΔΕΠΥ. Παρόλο που ακούγεται παράδοξη η χρήση νευροδιεγέρτη σε διαταραχή υπερκινητικότητας, φαίνεται ότι διεγείρει ένα μέρος του εγκεφάλου που αλλάζει τις ψυχικές και συμπεριφορικές αντιδράσεις. Η δράση της ξεκινά σχεδόν αμέσως μετά την λήψη. Διαρκεί συνήθως μέχρι 4 ώρες για το σκεύασμα βραχείας δράσης και ως 12 ώρες για το σκεύασμα αργής αποδέσμευσης. Δεν λαμβάνεται καθημερινά.
Η ατομοξετίνη δρα διαφορετικά από την μεθυλφαινυδάτη. Είναι ένας επιλεκτικός αναστολέας πρόσληψης νοραδρεναλίνης και αυξάνει την ποσότητα αυτής της χημικής ουσίας του εγκεφάλου μας. Η νοραδρεναλίνη είναι η ουσία που περνά μηνύματα μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων και η αύξησή της, με τη βοήθεια της ατομοξετίνης, συντελεί στη βελτίωση της συγκέντρωσης και του αυτοελέγχου. Η ατομοξετίνη χρειάζεται περίπου 20 μέρες για να δημιουργηθούν επίπεδα στον οργανισμό, λαμβάνεται καθημερινά και η δράση της διαρκεί περισσότερο.
Οι θετικές επιδράσεις όλων των σκευασμάτων έχουν τεκμηριωθεί από πολλές μελέτες σε παιδιά, ενώ ένας αυξανόμενος αριθμός μελετών αναδεικνύει παρόμοια αποτελέσματα και στους ενήλικες.
Συνήθως η θεραπεία αρχίζει με μικρές δόσεις στην αρχή, οι οποίες στη συνέχεια αυξάνονται σταδιακά, σύμφωνα με τις υποδείξεις του παιδοψυχιάτρου που παρακολουθεί το παιδί ή του ψυχιάτρου γιατρού για τον ενήλικα.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες της φαρμακευτικής αγωγής είναι συνήθως ήπιες και παροδικές και περιλαμβάνουν κεφαλαλγία, μειωμένη όρεξη, αίσθημα παλμών, εκνευρισμό, ξηροστομία καθώς και δυσκολία στον ύπνο, κλπ. Συνήθως διαρκούν μια εβδομάδα και αποφεύγονται όταν ακολουθούνται οι οδηγίες των γιατρών για σταδιακή αύξηση της δοσολογίας. Πάντα υπάρχει αιματολογικός ,βιοχημικός και καρδιολογικός έλεγχος πριν την έναρξη χορήγησης αγωγής σε παιδιά και ενήλικες.
Γενικά όμως, όπως συμβαίνει με όλα τα φαρμακευτικά σκευάσματα, κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής αγωγής, τα άτομα με ΔΕΠΥ θα πρέπει να είναι σε παρακολούθηση από το γιατρό τους. Έχει αποδειχθεί από μελέτες ότι τα οφέλη της φαρμακοθεραπείας είναι πολλαπλάσια όταν συνδυάζεται με ψυχοθεραπευτική υποστήριξη των παιδιών και των γονιών. Έχουν αναπτυχθεί πολλά και διαφορετικά μοντέλα παρεμβάσεων ανάλογα με τις ηλικιακές ομάδες.
Αρμενάκα Μερσύνη
Παιδοψυχίατρος
.